«“Ὁ παπποῦς μου μέ εἶχε κλέψει ἀπ᾽ τούς γονεῖς μου σέ ἡλικία δύο ἐτῶν καί μέ μετέφερε σέ Μοναστήρι στό Θιβέτ”, λέει ὁ Γιωργάκης. “Ὅταν μεγάλωσα καί ἦλθα σέ ἐπαφή μέ κόσμο, ἔμαθα ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τούς φυσικούς τους γονεῖς. Μοῦ δημιουργήθηκε ἡ περιέργεια νά γνωρίσω κι ἐγώ τούς γονεῖς μου, τούς ὁποίους δέν εἶχα γνωρίσει ὥς τότε.
Ἔμαθα πῶς οἱ γονεῖς μου ζοῦσαν σέ κάποια πόλι στή Σουηδία καί ὁ πατέρας μου ἦταν ἔμπορος ξυλείας. Πῆρα, λοιπόν, φτερά ἀπ᾽ τίς σαράντα ἀποθῆκες —σατανιστική ἐπήρεια— καί ταξίδεψα