https://orthodoxsmile.blogspot.com
Orthodox Smile - Ορθοδοξία
Αγαπώ τον σκουπιδιάρη μου
Ἦταν ἕνα φιλόδοξος, νέος δημοσιογράφος. Μόλις εἶχε ἀποφοιτήσει ἀπ᾽ τή σχολή δημοσιογραφίας καί κατά τά δικά μας “ἐπιχειρηματικά ἤθη”, δούλευε ἄμισθος καί ὑπό δοκιμή σέ κάποια μεγάλη ἐφημερίδα. Ἦταν παραμονές πρωτοχρονιᾶς καί ἔπρεπε νά κάνη μία ἔρευνα ἀπό πόρτα σέ πόρτα.
—Γειά σας. Λέγομαι Γιάννης… καί κάνουμε μία ἔρευνα σ᾽ αὐτή τή συνοικία…
—Δέν ἐνδιαφέρομαι! Γειά σας!, … δυνατό κλείσιμο τῆς πόρτας καί κλείδωμα.
Ἀρκετές ἑκατοντάδες πόρτες ἦταν κλειστές γιά τήν ἔρευνα τοῦ φίλου μας, ὥσπου δέν ἄντεξε καί
στήν τελευταία γυναίκα πού τοῦ ἄνοιξε τῆς εἶπε:—Πρίν μοῦ κλείσετε κατάμουτρα τήν πόρτα, δέν πουλάω τίποτε, τό μόνο πού θέλω εἶναι νά σᾶς κάνω μερικές ἐρωτήσεις γιά σᾶς καί τήν κοινότητα.
Ἡ νεαρή γυναίκα πού ἦταν μέσα, ἔκανε μία παύσι γιά λίγο, ὕψωσε τά φρύδια της σηκώνοντας τούς ὤμους της μέ ἀπορία, μπερδεμένη ἀπ᾽ τήν εἰσαγωγή του.
—Βέβαια, Περᾶστε. Μήν δίνετε σημασία στήν ἀκαταστασία. Εἶναι δύσκολο μέ τά παιδιά.
Ἦ ταν ἕνα παλαιό διαμέρισμα σέ μία ὑποβαθμισμένη γειτονιά ὅπου μποροῦσαν νά βροῦν κατάλυμα αὐτοί πού εἶχαν πενιχρό εἰσόδημα. Μέ τά λίγα πού εἶχαν, τό σπίτι ἔμοιαζε ἄνετο καί φιλόξενο.
—Χρειάζομαι μόνο νά σᾶς κάνω μερικές ἐρωτήσεις γιά σᾶς καί τήν οἰκογένειά σας. Ἄν καί ἀκούγεται προσωπικό, δέν χρειάζεται νά χρησιμοποιήσω τά ὀνόματά σας. Αὐτές οἱ πληροφορίες θά χρησιμοποιηθοῦν…
Ἡ γυναίκα τόν διέκοψε.
—Θά θέλατε ἕνα καφέ; Φαίνεται ὅτι εἴχατε δύσκολη μέρα.
Μολις ἐπέστρεψε μέ τόν καφέ, ἕνας ἄνδρας ἦρθε στήν ἐξώπορτα. Ἦταν ὁ σύζυγός της.
—Νίκο, ὁ κύριος ἦρθε γιά νά κάνη μία ἔρευνα.
Ὁ δημοσιογράφος σηκώθηκε καί συστήθηκε εὐγενικά. Ὁ Νίκος ἦταν ψηλός καί ἀδύνατος, μέ πρόσωπο τραχύ καί γερασμένο, ἄν καί πρέπη νά ἦταν γύρω στά εἴκοσι μέ εἴκοσι πέντε. Τά χέρια του ἦταν ἄγρια, ὅπως ἐκεῖνα πού γίνονται ἀπ᾽ τή σκληρή δουλειά, ὄχι ἀπ᾽ τά μολύβια. Ἡ γυναίκα ἔγειρε καί τόν φίλησε ἀπαλά στό μαγουλο. Καθώς κοιτοῦσε ὁ ἕνας τόν ἄλλον, μποροῦσες νά διακρίνης τήν ἀγάπη πού τούς ἕνωνε. Χαμογέλασε καί ἀκούμπησε τό κεφάλι της στόν ὦμο του. Ἐκεῖνος ἄγγιξε τό πρόσωπό της μέ τά χέρια του καί τῆς εἶπε ἀπαλά:
—Σ᾽ ἀγαπῶ.
Ἴσως νά μήν εἶχαν ὑλικό πλοῦτο ἀλλά αὐτοί οἱ δύο ἦταν πιό πλούσιοι ἀπ᾽ τούς περισσότερους πού ὁ φίλος μας εἶχε γνωρίσει. Εἶχαν μία ἀγάπη δυνατή. Τήν ἀγάπη ἐκείνη πού κρατάει τό κεφάλι σου ψηλά, ὅταν τά πράγματα δέν πᾶνε καλά.
—Ὁ Νίκος δουλεύει στό δῆμο, εἶπε αὐτή. Μαζεύει τά σκουπίδια. Ξέρετε, εἶμαι τόσο περήφανη γι᾽ αὐτόν!
—Γλυκιά μου, εἶμαι σίγουρος ὅτι τόν κύριο δέν τόν ἐνδιαφέρει αὐτό, εἶπε ὁ Νίκος.
—Ὄχι, πραγματικά μέ ἐνδιαφέρει, ἀποκρίθηκε ὁ δημοσιογράφος.
—Βλέπετε κύριε, ὁ Νίκος εἶναι ὁ καλύτερος σκουπιδιάρης στό δῆμο! Μπορεῖ νά φορτώση περισσότερα σκουπίδια στό φορτηγό ἀπό ὁποιονδήποτε ἄλλο. Μπορεῖ νά βάλη τόσα πολλά στό φορτηγό πού δέν χρειάζεται νά προσπαθήσουν πολλή ὥρα, εἶπε ἡ γυναίκα μέ πολύ πάθος.
—Μακροπρόθεσμα, συνέχισε ὁ Νίκος, κάνω οἰκονομία καί στά χρήματα τοῦ δήμου. Οἱ ἐργατοῶρες εἶναι λιγότερες καί τό κόστος ἀνά φορτηγό λιγότερο.
Ἐ πικράτησε ἡσυχία. Ὁ νεαρός δέν ἤξερε τί νά πῆ. Κούνησε τό κεφάλι του , μάταια ἀναζητώντας τίς κατάλληλες λέξεις.
—Εἶναι ἀπίστευτο! Οἱ περισσότεροι θά βαρυγκωμοῦσαν μέ μία δουλειά σάν κι αὐτή. Σίγουρα εἶναι δύσκολη. Ἀλλά ἡ στάσι σας ἀπέναντί της εἶναι ἐκπληκτική!, εἶπε.
Ἡ γυναίκα προχώρησε στό ράφι δίπλα στόν καναπέ. Γυρίζοντας κρατοῦσε στά χέρια της ἕνα μικρό κάδρο καί ἄρχισε πάλι νά μιλᾶ:
—Ὅταν κάναμε τό τρίτο μας παιδί, ὁ Νίκος ἔχασε τή δουλειά του. Ἤμαστε ἄνεργοι γιά κάμποσο καί τελικά μπήκαμε στό ταμεῖο ἀνεργείας. Δέν μποροῦσε νά βρῆ δουλειά πουθενά. Τότε μία μέρα τόν ἔστειλαν σέ μία συνέντευξι ἐδῶ σ᾽ αὐτή τήνν κοινότητα. Τοῦ πρόσφεραν τή δουλειά πού κάνει τώρα. Γύρισε στό σπίτι θλιμμένος καί ντροπιασμένος. Μοῦ εἶπε ὅτι ἦταν τό καλύτερο πού μποροῦσε νά κάνη. Στήν πραγματικότητα θά τοῦ ἔδιναν λιγότερα ἀπ᾽ ὅ,τι ἔπαιρνε ἀπ᾽ τό ταμεῖο ἀνεργίας.
Σταμάτησε γιά λίγο, πλησίασε τό Νίκο καί εἶπε:
—Πάντα ἤμουν περήφανη γι᾽ αὐτόν καί πάντα θά εἶμαι. Βλέ πεις, δέν νομίζω ὅτι ἡ δουλειά κάνει τόν ἄνθρωπο. Πιστεύω ὅτι ὁ ἄνθρωπος κάνει τή δουλειά!
—Ἔπρεπε νά ζοῦμε στό δῆμο γιά νά πάρω τή δουλειά. Γι᾽ αὐτό νοικιάσαμε αὐτό τό σπίτι, εἶπε ὁ Νίκος.
—Ὅταν μετακομίσαμε, αὐτό τό ἀπόφθεγμα κρεμόταν στόν τοῖχο δίπλα ἀπ᾽ τήν ἐξώπορτα. Αὐτό μᾶς ἔκανε νά δοῦμε τά πράγματα διαφορετικά. Ἤξερα πώς ὁ Νίκος ἔκανε τό σωστό, εἶπε καθώς τοῦ ἔδινε ἕνα κάδρο.
Αὐτό ἔγραψε: Ἄν κάποιος πρόκειται νά γίνη ὁδοκαθαριστής, θά πρέπη νά σκουπίζη τούς δρόμους ὅπως ἀκριβῶς ζωγράφιζε ὁ Μιχαήλ Ἄγγελος, ἤ ὅπως συνέθετε μουσική ὁ Μπετόβεν, ἤ ὅπως ἔγραφε ποίησι ὁ Σαίξπηρ. Θά πρέπη νά καθαρίζη τούς δρόμους τόσο καλά ὥστε ὅλοι οἱ κάτοικοι τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς νά σταματήσουν καί νά ποῦν: “Ἐδῶ ἔζησε ἕνας σπουδαῖος ὁδοκαθαριστής πού ἔκανε καλά τή δουλειά του!” . Τόν ἀγαπῶ γι᾽ αὐτό πού εἶναι. Ἀλλά αὐτό πού κάνει τό κάνει μέ τόν καλύτερο τρόπο. Ἀγαπῶ τόν σκουπιδιάρη μου!
<>
31. Διαβάζουμε: «Λέγεται ὅτι ἕνα χελιδόνι δέν φέρνει τήν ἄνοιξι· σημαίνει ὅμως αὐτό ὅτι ἕνα ἄλλο χελιδόνι, πού αἰσθάνεται καί περιμένει τήν ἄνοιξι, δέν πρέπει νά πετᾶ; Ἄν κάθε χορταράκι περίμενε κατά τόν ἴδιο τρόπο, ἡ ἄνοιξι δέν θά ἐρχόταν ποτέ. Τό ἴδιο συμβαίνει μέ τήν πραγμάτωσι τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ· δέν πρέπει νά σκεπτώμασθε ἄν εἴμαστε τό πρῶτο ἤ τό χιλιοστό χελιδόνι»(στό: LT).
Η αγάπη βρίσκει τον τρόπο, η αδιαφορία βρίσκει πάντα μια δικαιολογία
<>
Λόγια Αγίων περί Αγάπης
*Αγάπη είναι η ομορφιά της ψυχής.
—Aγιος Αυγουστίνος Ιππώνος Β. Αφρικής
* Δεν μπορεί ο οποιοσδήποτε να κατακτήσει την τέλεια αγάπη, παρά μονο εκείνος που απέβαλε τον παλιό εαυτό του.
—Άγιος Βασίλειος ο Μέγας
*Πουθενά δεν βρίσκεται η αγάπη χωρίς ταπείνωση, ούτε ταπείνωση χωρίς αγάπη. Ο κλέφτης αποφεύγει τον ήλιο και ο υπερήφανος καταφρονεί την ταπείνωση.
—Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης
* Η πολυχρόνια υπομονή οδηγεί στην ταπείνωση. Η ταπείνωση οδηγεί στην υγεία της ψυχής. Η υγεία της ψυχής στη γνώση του Θεού. Η γνώση του Θεού στην αγάπη του Θεού. Και, τέλος, η αγάπη του Θεού στη χαρά του Θεού, τη γλυκύτερη όλων
—Άγιος Ισαάκ ο Σύρος
<>
Έρωτας σε γάμο...
Μια όμορφη και πιστή οικογένεια έζησε πολύ καλά το Μυστήριο του Γάμου, είκοσι χρόνια γάμου. Μια μέρα ξέσπασε σφοδρή φωτιά στο σπίτι. Οι γείτονες κάλεσαν την πυροσβεστική, η γυναίκα και ο σύζυγός του μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο. Λίγες μέρες αργότερα, οι γιατροί είπαν στον σύζυγό της:
- Καταφέραμε να σώσουμε τη γυναίκα σου, αλλά είναι αγνώριστη: από τη μέση και πάνω είναι μια αγνώριστη από το καμένο δέρμα, το στόμα της είναι παραμορφωμένο, έχει χάσει ένα κομμάτι από τη μύτη της, το αυτί της. Θα είναι δύσκολο για εμάς να βοηθήσουμε τη γυναίκα σας να ξαναβρεί τη ζωή της.
Είπε χαμηλόφωνα:
- Κι εγώ υπέφερα πολύ από αυτή τη φωτιά, είμαι τυφλός, πρέπει να φοράω ειδικά γυαλιά.
Πήραν εξιτήριο από το νοσοκομείο και μεταφέρθηκαν στο σπίτι που αγοράστηκε με τη βοήθεια συγγενών και φίλων και κλείστηκαν στο σπίτι, αλλά δεν έβγαιναν από το σπίτι. Ήταν εντελώς παραμορφωμένη, αλλά έζησαν μαζί για άλλα δεκαεπτά χρόνια .Μετά η γυναίκα του πέθανε .
Στην κηδεία ... η έκπληξη συγγενών και φίλων ήταν μεγάλη! Ήταν χωρίς γυαλιά και χωρίς μπαστούνι: δεν ήταν τυφλός. Είπε ψέματα γιατί ήξερε ότι αυτή η σύζυγος δεν θα μπορούσε ποτέ να αισθανθεί ότι την αγαπούν πραγματικά αν ήξερε ότι έβλεπε την παραμόρφωσή της.
Ηθική: Να αγαπάς σημαίνει να έχεις το θάρρος να παίζεις στα τυφλά για να βλέπει ο άλλος το φως. Να αγαπάς σημαίνει να θυσιάζεσαι για τον άλλον και να ζεις μέσα από τον άλλον! Η αληθινή αγάπη δεν κρατά μόνο στον τάφο, αλλά περνά πέρα από τον θάνατο στην αιωνιότητα σε Αυτόν που είναι - Ζωή χωρίς θάνατο και Αγάπη χωρίς τέλος!
https://apantaortodoxias.blogspot.com/2022/07/blog-post_90.html
<>
Ποιος πρέπει να κάνει τις δουλειές του σπιτιού; Η γυναίκα ή ο άντρας;
—Γέροντα, ποιος πρέπει να κάνει τις δουλειές του σπιτιού; Η γυναίκα ή ο άντρας;
Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης (+1994):
—Όποιος προλάβει πρώτος... Αυτός θα έχει και τον μεγαλύτερο μισθό.
<>
“Nομικός τίς προσῆλθε τῷ ᾿Ιησοῦ ἐκπειράζων αὐτόν καί λέγων· ... τίς ἐστί μου πλησίον;” (Λουκ. 10, 25-37, Παραβολή Καλοῦ Σαμαρείτη)
“Nομικός τίς προσῆλθε τῷ ᾿Ιησοῦ ἐκπειράζων αὐτόν καί λέγων· ... τίς ἐστί μου πλησίον;” (Λουκ. 10, 25-37, Παραβολή Καλοῦ Σαμαρείτη)
Μία ἀπ᾽ τίς πιό ἀπολαυστικές στιγμές τῆς Ἱερωσύνης
εἶναι ἡ στιγμή πού ἔχει τελειώσει ἡ Θ. Λειτουργία,
μέσα στήν ἡσυχία
καί μέ τήν ἐκκλησιά νά μοσχοβολᾶ πατόκορφα λιβάνι,
ὁ ἱερέας βρισκόμενος “μόνος μόνῳ Θεῷ”
καταλύει (τρώγει τό περιεχόμενο) τό Ἅγ. Ποτήριο.
Τί εἶναι μέσα στό Ποτήριο;
Ὁλάκερος ὁ κόσμος (ὁρατός καί ἀόρατος)
Ἐκεῖ εἶναι ἡ Παναγία πού τόσο εὐλαβεἶσαι...
Ἐκεῖ ὁ Θυσιαζόμενός μας Χριστός...
Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος πού φέρεις
βαρύ φορτίο κληρονομιᾶς τό ὄνομά του...
Ἐκεῖ ὅμως καί ἐκείνος
πού δέν συμπαθεῖς,
πού ἐνῶ δέν τοῦ κρατᾶς κακία (γιατί εἶσαι καί “Χριστιανός”)
ἀλλάζεις πεζοδρόμιο γιά νά μήν συναντηθῆτε...
κι ὅμως μπορεῖ νά μήν τόν ἀντέχῆ ἡ “ἁγιότητά” σου
βρίσκεται δίπλα σου μέσα στό Ποτήριο
κολυμπώντας στήν ἀδιάκριτη ἀγάπη τοῦ Χριστού μας...
Λυγίζουν τά γόνατα τοῦ ἱερέως
στό ὑπέρλογο θέαμα
τοῦ ἐσωτερικοῦ τοῦ Ἁγ. Ποτηρίου...
Γίνεται καί ὁ παππούλης
μέ τήν κατάλυσι
ἕνα χωνευτήρι τῆς ἀγάπης!
π. Ἰωάννης Παπαδημητρίου
Πηγή:
https://apantaortodoxias.blogspot.com/2020/01/blog-post_563.html
<>
Ένας καλλιτέχνης...
Ένας καλλιτέχνης που ζούσε σε ένα μικρό χωριό, έκανε αγιογραφίες και τις πουλούσε σε καλή τιμή. Η φήμη του είχε εξαπλωθεί.
Μια φορά ήρθε ένας κακός άνθρωπος από το χωριό και του είπε:
"Βγάζεις πολλά λεφτά από τη δουλειά σου. Γιατί δεν βοηθάς τους φτωχούς στο χωριό; Κοίταξε τον χασάπη, δεν έχει πολλά λεφτά, αλλά δίνει δωρεάν κρέας στους φτωχούς κάθε μέρα. Κοίταξε τον φούρναρη - κι ας είναι φτωχός και πατέρας μεγάλης οικογένειας, δίνει δωρεάν ψωμί κάθε μέρα".
Ο καλλιτέχνης δεν του απάντησε, αλλά μόνο χαμογέλασε.
Ο άνθρωπος έφυγε θυμωμένος και διέδωσε στο χωριό ότι ο καλλιτέχνης είναι πολύ πλούσιος, αλλά είναι ένας άθλιος και δεν βοηθάει τους φτωχούς.
Μετά από λίγο ο καλλιτέχνης αρρώστησε και κανείς στο χωριό δεν του έδωσε σημασία. Πέθανε μόνος του.
Πέρασε καιρός και οι κάτοικοι του χωριού παρατήρησαν ότι ο χασάπης δεν έδινε πλέον δωρεάν κρέας στους φτωχούς, ο φούρναρης επίσης δεν έδινε δωρεάν ψωμί στους φτωχούς.
Όταν ρωτήθηκαν γιατί σταμάτησαν, είπαν:
"Σταματήσαμε γιατί ο καλλιτέχνης που μας έδινε χρήματα κάθε μήνα για να σας βοηθούμε, πέθανε".
Γι᾽ αυτό δεν πρέπει να καταδικάζουμε κανέναν γιατί δεν ξέρουμε τι κρύβεται στην ψυχή του. Μόνο ο Θεός ξέρει και μόνο αυτός έχει το δικαίωμα να κρίνει.
Πηγή:
https://apantaortodoxias.blogspot.com/2021/03/blog-post_204.html
<>
Το να βοηθάς κάποιον άλλον μέσα από δυσκολίες είναι εκεί που ξεκινά ο πολιτισμός
Πριν από χρόνια, η ανθρωπολόγος Margaret Mead ρωτήθηκε από έναν μαθητή τι θεωρούσε ως το πρώτο σημάδι πολιτισμού σε μια κοινωνία. Ο μαθητής περίμενε την Mead να μιλήσει για αγκίστρια ή πήλινα αγγεία ή γλυπτά. Αλλά όχι. Η Mead είπε ότι το πρώτο σημάδι του πολιτισμού σε έναν αρχαίο πολιτισμό ήταν ένα μηριαίο οστό που είχε σπάσει και στη συνέχεια είχε πλήρως επουλωθεί. Η Mead εξήγησε ότι στο βασίλειο των ζώων, αν σπάσεις το πόδι σου, πεθαίνεις. Δεν μπορείς να φύγεις από τον κίνδυνο, να φτάσεις στο ποτάμι και να πιείς νερό ή να κυνηγήσεις για φαγητό. Είσαι τροφή για άγρια θηρία. Κανένα ζώο δεν επιβιώνει από ένα σπασμένο πόδι αρκετό καιρό ώστε να επουλωθεί το οστό. Ένας σπασμένος μηρός που έχει επουλωθεί είναι απόδειξη ότι κάποιος έχει πάρει χρόνο για να μείνει με αυτόν που έπεσε, έδεσε την πληγή, έχει μεταφέρει το άτομο σε ασφαλές μέρος και έχει φροντίσει το άτομο να ανακάμψει. Το να βοηθάς κάποιον άλλον μέσα από δυσκολίες είναι εκεί που ξεκινά ο πολιτισμός, είπε η Mead.
"Είσαι στα καλύτερά σου όταν εξυπηρετείς άλλους. Να είσαι πολιτισμένος".
—Ira Byok" (Via: Ξένος Σάββας)
Πηγή:
https://apantaortodoxias.blogspot.com/2020/08/margaret-mead.html
<>
Κάνουν λάθοι αλλά κρύβουν τόση ηπιότητα και γλυκάδα μέσα στην καρδιά τους
«Ζοφερό καί μαῦρο βλέπουμε τό μέλλον αὐτῆς τῆς Γῆς. Μά ὁ Θεός πού τοῦ ἀρέσουν τά surpise πάντα ἔχει ἕνα ἄλλο σχέδιο.
Θεωροῦμε τίς νέες γενιές ὡς ἀδιάρμιστες (ἀκατάστατες) καί κακοκαμωμένες καί κλαῖμε γι᾽ αὐτό πού ἔρχεται.
Κι ὅμως θωρείς στούς περισσότερους νέους μία εὐαισθησία, μία ἁπαλότητα, ἕνα πιό ταπεινό πνεῦμα καί μία εὐαισθητοποίησι γιά τόν πόνο τῶν ἄλλων καί ὅλης τῆς κτίσεως.
Γνωρίσαμε καί τίς παλαιές γενιές τῶν πιστῶν καί ἀθώων μέν ἀνθρώπων μά ἐπίσης καί τῶν σκληροκαρδίων, ἀμετάπειστων, ἀπόλυτων, ξεροκέφαλων καί σκληροτάτων ἀνθρώπων.
Προκρίνω τό σήμερα. Μέ παιδιά τά “κουζουλά” καί “απροσάρμοστα” πού κάνουν μέν λάθη ἀλλά κρύβουν τόση ἠπιότητα καί γλυκάδα μέσ᾽ τήν καρδιά τους.
Σέ πανήγυρι εὑρισκόμενος πρίν λίγες ἡμέρες, καί ἐνῶ καθόμουν μέσα στό Ἱερό εἶχε συνωστιστεί δίπλα μοῦ ἕνας ὄμιλος παιδιῶν καί ἐφήβων πού φοροῦσαν πολύχρωμες παπαδακίστικες στολές. Τά γέλια, τά πειράγματα καί τά πολλά τά λόγια δέν ἀπόλειπαν. Κάποια στιγμή μία μεγάλη, παρδαλή καί ἐπικίνδυνη σφήκα μπῆκε μέσα. Ἕνα παιδί στράφηκε ἐνστικτωδῶς νά τήν πατήση, ὅπως θά κάναμε ὅλοι στή θέσι τους.
Μά τότε φώναξαν οἱ ὑπόλοιποι:
—Ὄχι βρέ σύ, μήν τήν πατήσεις , ἄφησέ τήν νά ζήση.
Καί λαμβάνοντας, ἕνα χαρτομάντηλο τήν ἔπιασαν καί τήν ἄφησαν ἀπ᾽ τό παραθύρι τοῦ Ἱερού ν᾽ ἀναπετάξη στήν φωλιά της.
Πρίν μία ἑβδομάδα ἡ Πέμπτη Δημοτικοῦ ἑνός κοντινοῦ σχολείου ἐπισκέφθηκε τήν ἐκκλησία μας. Πῆραν τά παιδιά νά προσκυνοῦν μέ δέος ὅλες τίς ἁγίες εἰκόνες ὥσπου ἕνα ἀγοράκι παραπάτησε στά σκαλοπάτια τοῦ Τέμπλου καί κόντευσε νά πέση.
Ἀμέσως τότε ἕνα κοριτσάκι πῆγε νά βάλη τά γέλια.
Ὅμως ἕνας συμμαθητής της εἶχε ἄλλη ἄποψι.
—Εἶσαι καλά; Ἄν δηλαδή ἔπεφτε καί χτύπαγε τό κεφάλι του θά χαιρόσουν;
Στόν γκισέ μίας δημόσιας ὑπηρεσίας στέκονταν βαριεστημένος ἕνας 65άρης. Τοῦ ᾽χε προμηθεύσει ἡ σύζυγός του ὅλα τά χαρτιά πού ἔπρεπε. Ὅμως εἶχε λησμονήσει ἕνα δικαιολογητικό.
Τότε τήν παίρνει τηλέφωνο ἀπ᾽ τό κινητό του.
—Μωρή... γιατί μωρή ξέχασες αὐτό τό χαρτί, μήν ἔρθω ἐκεῖ καί...
Λίγο πιό μετά ἔφτασε στήν ἴδια ὑπηρεσία ἕνας 30άρης.
Καί ἐκείνου εἶχε ἀποξεχάσει ἡ γυναίκα του νά τοῦ προμηθεύση ἕνα ἀπ᾽ τά ἀπαραίτητα ἔγγραφα.
Την καλεί ἀμέσως στό τηλέφωνο καί τῆς λέει:
—Ἀγάπη μου, συγγνώμη ξέχασες τό τάδε χαρτί, σέ παρακαλώ ποῦ τό ἔχεις νά πάω νά τό πάρω;
Δέν ἐμφανίστηκε ὁ Θεός στόν Προφήτη Ἠλία οὖτε στό σεισμό, οὖτε στή φωτιά, οὖτε στή θύελλα, μά στή γλυκιά καί ἤπια αὔρα σάν τίς ψυχές ἐτοῦτες τῶν νέων γενεῶν πού ἦρθαν καί ἔρχονται σέ πεῖσμα τῶν ἐρεβομανῶν ἤ καί ἀπέλπιδων λατρευτῶν τῆς ζοφερῆς Κασσάνδρας»
Πηγή:
https://apantaortodoxias.blogspot.com/2019/04/blog-post_444.html
<>
Μερικές φορές μου άρεσει το ψημένο ψωμί λίγο καμένο
Ἀναφέρει ἡ Ntiana Meis:
«Μετά ἀπό μιά μακρά καί σκληρή ἐργάσιμη ἡμέρα, ἡ μητέρα μου ἔβαλε ἕνα πιάτο λουκάνικα καί μιά πολύ καμένη φέτα ψωμί μπροστά στόν πατέρα μου. Θυμᾶμαι πού τόν περίμενε νά τό προσέξη.
Ἀλλά αὐτός πῆρε τό ψωμί, χαμογέλασε καί μέ ρώτησε πῶς πῆγε ἡ ἡμέρα μου στό σχολεῖο. Δέν θυμᾶμαι τί τοῦ εἶπα, ἀλλά θυμᾶμαι νά τόν βλέπω χαλαρό καί γλυκό πάνω στό καμένο ψωμί καί νά τό τρώη. Ὅταν σηκώθηκε ἀπ᾽ τό τραπέζι ἐκεῖνο τό βράδυ, θυμᾶμαι πώς ἡ μαμά μου ζήτησε συγγνώμη ἀπ᾽ τόν μπαμπά μου γιά τό καμένο ψωμί καί δέν θά ξεχάσω ποτέ αὐτό πού εἶπε:
“Γλυκιά μου, μήν ἀνησυχείς, μερικές φορές μοῦ ἀρέσει τό ψημένο ψωμί, λίγο καμένο”.
Ἀργότερα, ὅταν ἦρθε νά μέ φιλήση καί νά μοῦ πῆ καληνύχτα, ὅπως ἔκανε κάθε βράδυ, δέν μποροῦσα νά συγκρατήσω τόν ἑαυτό μου καί νά τόν ρωτήσω ἄν τοῦ ἄρεσε πραγματικά τό καμένο ψωμί.
Μέ ἀγκάλιασε καί μοῦ εἶπε, “ἡ μητέρα σου εἶχε μιά πολύ δύσκολη μέρα ἐργασίας, εἶναι πολύ κουρασμένη, καί τό καμένο ψωμί δέν κάνει κακό σέ κανένα”.
Ἡ ζωή εἶναι γεμάτη ἀπό ἀτελή πράγματα. Πρέπει νά μάθουμε νά δεχόμαστε ἐλαττώματα καί νά ἐκτιμοῦμε κάθε μιά ἀπ᾽ τίς διαφορές τῶν ἄλλων, διότι ἡ κατανόησι καί ἡ ἀνοχή εἶναι στή βάσι ὁποιασδήποτε καλῆς σχέσεως. Γι᾽ αὐτό νά εἶσαι πιό εὐγενικός ἀπ᾽ ὅσο νομίζεις, γιατί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τή στιγμή πού ἔκαναν ἕνα λάθος ἤ ἕνα “καμένο ψωμί” ἔχουν κάποιο πρόβλημα.
Νά σέβεσαι τίς προσπάθειες ὅλων, γιατί δέν ξέρεις τί ἔχει στό κεφάλι του καί ποιό εἶναι τό πρόβλημά του. Ἡ ζωή εἶναι μιά σειρά ἀπό μικρούς συμβιβασμούς γιά νά ἔχης κάτι μεγάλο, ἀληθινό”.
Πηγή:
https://apantaortodoxias.blogspot.com/2018/11/blog-post_674.html
<>
Σε αγαπώ παιδί μου...
Ένα συγκλονιστικό κείμενο για τους ηλικιωμένους γονείς μας
Οι γονείς για όλους μας είναι οι πιο σημαντικοί άνθρωποι στη ζωή μας. Γιατί μας έφεραν στη ζωή και με υπομονή κι αγάπη μας έμαθαν τη ζωή.
Όταν όμως τα χρόνια περάσουν και κάποτε η ηλικία βαρύνει στους ώμους τους, είναι φορές που αντιμετωπίζονται ως βάρος από τα παιδιά τους. Τα παρακάτω λόγια ελπίζουμε να ευαισθητοποιήσουν ακόμη περισσότερο όσους έχουν ηλικιωμένους γονείς …χρειάζεται υπομονή.
Εάν μια μέρα με δεις “γέρο”, εάν λερώνομαι όταν τρώω και δεν μπορώ να ντυθώ, έχε υπομονή.
Θυμήσου πόσο καιρό μου πήρε για να σου τα μάθω… αυτά όταν εσύ ήσουν μικρός.
Εάν όταν μιλάω μαζί σου επαναλαμβάνω τα ίδια πράγματα, μην με διακόπτεις, άκουσε με.
Όταν ήσουν μικρός κάθε μέρα σου διάβαζα το ίδιο παραμύθι μέχρι να σε πάρει ο ύπνος.
Όταν δεν θέλω να πλυθώ μην με μαλώνεις και μην με κάνεις να αισθάνομαι ντροπή…
Θυμήσου όταν έτρεχα από πίσω σου και έβρισκες δικαιολογίες όταν δεν ήθελες να πλυθείς.
Όταν βλέπεις την άγνοιά μου στις νέες τεχνολογίες, δώσε μου χρόνο και μη με κοιτάς ειρωνικά, εγώ είχα όλη την υπομονή να σου μάθω το αλφάβητο.
Όταν κάποιες φόρες δεν μπορώ να θυμηθώ ή χάνω τον συνειρμό των λέξεων, δώσε μου χρόνο για να θυμηθώ και εάν δεν τα καταφέρνω μην θυμώνεις…
Το πιο σπουδαίο πράγμα δεν είναι εκείνο που λέω αλλά η ανάγκη που έχω να είμαι μαζί σου και κοντά σου και να με ακούς.
Όταν τα πόδια μου είναι κουρασμένα και δεν μου επιτρέπουν να βαδίσω μην μου συμπεριφέρεσαι σαν να ήμουν ένα “βάρος”, έλα κοντά μου με τα δυνατά σου μπράτσα, όπως έκανα εγώ όταν ήσουν μικρός και έκανες τα πρώτα σου βήματα.
Όταν λέω πως θα ήθελα να “πεθάνω”… μη θυμώνεις, μια μέρα θα καταλάβεις τι είναι αυτό που με σπρώχνει να το πω.
Προσπάθησε να καταλάβεις πως στην ηλικία μου δεν ζεις, επιβιώνεις.
Μια μέρα θα ανακαλύψεις ότι παρόλα τα λάθη μου πάντοτε ήθελα το καλύτερο για σένα, για να σου ανοίξω τον δρόμο.
Βοήθησέ με να περπατήσω, βοήθησέ με να τελειώσω τις ημέρες μου με αγάπη και υπομονή.
Σε αγαπώ παιδί μου…».
<>
Ο Άγιος Αμφιλόχιος της Πάτμου (+1970) και η αγάπη του προς τα δένδρα
Ο αείμνηστος αγαπούσε πολύ το πράσινο και καθώς τα πεύκα ήταν σχεδόν άγνωστα στο νησί της Πάτμου, οι απλοϊκές γυναίκες όταν τα πρωτόειδαν φυτεμένα από εκείνον τα είπαν «Αμφιλοχιακά». Έκανε πρασιές πεύκων και από το φυτώριό του εφύτευε νέες ρίζες ο ίδιος και έδιδε και στους άλλους να φυτεύουν συχνά μάλιστα τους υποχρέωνε στην εξομολόγησή των να φυτεύουν 2-5 πεύκα για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες των – σοφή σκέψη σοφού πατρός! Έτσι παρουσίασε λίγο πράσινο το κατάξερο νησί που τόσο αγαπούσε ο άγιος πατέρας. «Όποιος φυτεύει δένδρο φυτεύει ελπίδα, φυτεύει ειρήνη, φυτεύει αγάπη και έχει τις ευλογίες του Θεού» έλεγε πάντα στον κύκλο του. Αυτό το αναγνωρίζει η Αγνή Ρουσοπούλου που γράφει στην εφημερίδα «Το Βήμα» της 8-10-1975:
«Στην προσπάθεια αυτή (της δενδροφυτεύσεως) μπορούν να βοηθήσουν και οι φωτισμένοι κληρικοί. Αρχή είχε κάμει ο μακαρίτης ήδη πατήρ Αμφιλόχιος στην Πάτμο, που ζητούσε από τους εξομολογουμένους σε ένδειξη μετανοίας να φυτέψουν ένα δένδρο».
Δεν εφρόντιζε μονάχα για το φύτεμά τους ο ίδιος. Κοπίαζε μαζί μου για το πότισμα των μικρών δένδρων στους άνυδρους μήνες του καλοκαιριού. Πίστευε πως γίνεται συνδημιουργός στη φύση με τον Πλάστη Θεό όποιος φυτεύει είτε ποτίζει ένα δένδρο. Τιμωρούσε πολύ αυστηρά τους εξομολογουμένους όταν του έλεγαν ότι κατέστρεψαν ένα δένδρο. Μια μοναχή είχε καταστρέψει ένα πεύκο, ποτέ δεν τον είδα να αγανακτήση τόσο πολύ και να θυμώση από ιερή αγανάκτηση σαν τον Κύριο που πήρε το μαστίγιο και έδιωξε τους εμπόρους από το Ναό του Σολομώντος· την υπεχρέωσε να φυτεύσει πέντε πεύκα και να τα ποτίζει τρία χρόνια για να την συγχωρέση ο Θεός! Κι’ όταν μεγάλωναν τα δένδρα η χαρά του ήταν να βρίσκεται στην σκιά τους και να περνά ώρες ολόκληρες προσευχόμενος· αινούσε μαζί με τα δένδρα τον Κύριο, όπως ψάλλει ο προφήτης «Αινείτε τον Κύριον τα όρη και πάντες οι βουνοί, ξύλα καρποφόρα και πάσαι κέδροι… Νεανίσκοι και παρθένοι, πρεσβύτεροι μετά νεωτέρων αινεσάτωσαν το όνομα Κυρίου» (Ψαλμός 148).
Λαχταρούσε να ιδή την Πάτμο καταπράσινη και πανηγύριζε στο άκουσμα ότι τα παιδιά της Πατμιάδος φύτεψαν χίλια ή δύο χιλιάδες πεύκα. Πόσοι πατέρες δεν έζησαν στο νηπτικό περιβάλλον δένδρων και δασών, που η σκέψη του ουρανού καλλιεργείται εύκολα μέσα στο Ναό της Φύσεως!
Ασφαλώς θα εγνώριζε την περσική παροιμία που λέγει «τα δένδρα είναι κάθετες προσευχές προς τον Ουρανό…». Σε πνευματικό του τέκνο στις 15- 9-53 έγραφε από τον άγιο Μηνά Αιγίνης: «έχομε μια μικρή ταράτσα που εκεί πάνω τα βράδια γίνεται ο εσπερινός και το απόδειπνο, και μαζί με τας αδελφάς συμψάλλουν τα πεύκα και η θάλασσα, ο δε γκιώνης με την μελαγχολική του φωνή νομίζεις ότι λέγει το «Κύριε ελέησον» και έτσι τα πάντα εδώ μιλάνε και δοξολογούν τον Πλάστη».
Μέσα στην φύση βρίσκει τον τρόπο να ζή το υπέρ φύσιν. Όλα τα δημιουργήματα τον συγκινούσαν, περισσότερο όμως τα δένδρα. Πονούσε και έκλαιγε όταν διάβαζε στις εφημερίδες πως δάση ολόκληρα της πατρίδας μας καίγονται, εγκληματίες καλούσε τους υπεύθυνους των πυρκαϊών. Και δεν είχε άδικο! Δεν ξεύρω τι θάλεγε σήμερα με τις ομαδικές πυρκαϊές σ’ αυτόν τον άμοιρο τόπο μας για τα ταπεινά συμφέροντα ορισμένων ιδιοκτητών δασικών εκτάσεων!
Προστάτεψε τα δάση μας, Γέροντα, από τους Ουρανούς που είσαι!
Από το βιβλίο: Αρχιμ. Παύλου Νικηταρά, «ο Γέροντας Αμφιλόχιος», σελ.71-73, στ’ έκδοση 1999.
Πηγή:
https://www.orthodoxianewsagency.gr/gnomes/o-agios-amfiloxios-kai-i-agapi-tou-pros-ta-dendra/
<>
Η αγάπη και η ελεημοσύνη της Γερόντισσας Θεοφανώς, ηγούμενης της Ι. Μονής Κεχροβουνίου Τήνου
Ἡ Μοναχή Θεοφανώ Βιδάλη Προηγούμενη τῆς Ἱ. Μ. Κεχροβουνίου Τήνου ὅταν διακονούσε ὡς ἐκκλησάρισσα, ἡ Ἡγουμένη Μαγδαληνή Χρυσούλη τῆς ἔκανε δῶρο ἕνα ζευγάρι παπούτσια γιά νά ἀνεβαίνη χωρίς κίνδυνο στή σκάλα καί νά ἀνάβη τά κανδήλια.
Μιά βροχερή ἡμέρα στό μοναστήρι ἀνέβηκε γιά νά προσκυνήση μιά φτωχή νησιώτισσα ξυπόλυτη. Χωρίς νά τό σκεφτῆ ἡ ἀδελφή Θεοφανώ, τῆς προσέφερε τά παπούτσια.
Ἡ ἡγουμένη Μαγδαληνή μάλωσε τή μοναχή, ἡ οποία μέ ἁπλότητα ἀπάντησε:
—Ἐγώ Γερόντισσά μου ἔχω τά παλιά παπούτσια, ἐνώ αὐτή ἡ γριούλα ἦταν ἐντελῶς ξυπόλυτη στά νερά τῆς βροχῆς.
—Μα ἦταν πανάκριβα, εἶπε ἡ ἡγουμένη, στερηθήκαμε γιά νά σοῦ τά ἀγοράσουμε.
—Εὐλόγησον, συγχωρέστε με, εἶπε ἡ ἀδελφή Θεοφανώ.
Τήν άλλη μέρα τό πρωΐ ὁ ταχυδρόμος κρατοῦσε ἕνα δέμα γιά τήν ἀδελφή Θεοφανώ πού περιεῖχε ἕνα ὁλοκαίνουργιο ζευγάρι παπούτσια καί 50 δραχμές ἐσώκλειστες σέ φάκελο γιά προσευχή.
Πηγή:
https://apantaortodoxias.blogspot.com/2016/07/blog-post_0.html
<>
Η προσευχή είναι αγάπη
Ἕνα κρουαζιερόπλοιο κατά τή διάρκεια μιᾶς σφοδρότατης καταιγίδας βυθίστηκε καί μόνο δύο ἀπ᾽ τούς ἐπιβάτες του κατάφεραν νά κολυμπήσουν μέχρι ἕνα μικρό ἐρημονήσι.
Οἱ δύο ναυαγοί μή ξέροντας τί ἄλλο νά κάνουν, συμφώνησαν ὅτι δέν εἶχαν ἄλλη διέξοδο ἀπ᾽ τό νά προσευχηθοῦν στό Θεό.
Ὡστόσο γιά νά ἐξακριβώσουν ποιανοῦ ἡ προσευχή εἶναι ἰσχυρότερη ἀποφάσισαν νά χωρίσουν τήν περιοχή στά δύο καί νά μείνουν στίς ἀντίθετες πλευρές τοῦ νησιοῦ.
Τό πρῶτο πράγμα γιά τό ὁποῖο προσευχήθηκαν ἦταν τροφή.
Το ἑπόμενο πρωϊνό, ὁ πρῶτος ἄνδρας εἶδε ἕνα δένδρο γεμάτο φροῦτα στήν πλευρά του καί ἱκανοποίησε τήν πεῖνα του.
Ἡ ἄλλη πλευρά τοῦ νησιού παρέμεινε ἄγονη.
Μετά ἀπό μιά ἑβδομάδα, ὁ πρῶτος ἄνδρας ἔνοιωθε μοναξιά καί ἀποφάσισε νά προσευχηθῆ γιά μιά σύζυγο. Τήν ἑπόμενη μέρα, μιά γυναίκα βγῆκε κολυμπώντας στή δική του πλευρά τοῦ νησιοῦ. Στήν ἄλλη πλευρά δέν ἔγινε τίποτε.
Σύντομα ὁ πρῶτος ἄνδρας προσευχήθηκε γιά ἕνα σπίτι, ροῦχα, περισσότερη τροφή. Τήν ἑπόμενη μέρα ἔγινε τό θαῦμα!
Ὅ,τι προσευχήθηκε τοῦ δόθηκε!
Ὡστόσο ὁ δεύτερος ἄνδρας ἀκόμη δέν κατάφερε νά ἀποκτήση τίποτε.
Τελικά, ὁ πρῶτος ἄνδρας προσευχήθηκε γιά ἕνα πλοῖο ὦστε αὐτός καί ἡ σύζυγος τοῦ νά μπορέσουν νά φύγουν ἀπ᾽ τό ἐρημονήσι.
Τό πρωΐ, βρῆκε ἕνα πλοῖο ἁραγμένο στή δική του πλευρά τοῦ νησιοῦ.
Ὁ πρῶτος ἄνδρας καί ἡ σύζυγός του ἐπιβιβάστηκαν στό πλοῖο καί ἀποφάσισαν νά ἀφήσουν τό δεύτερο ἄνδρα μόνο του στό νησί.
Θεώρησαν ὅτι ὁ δεύτερος ἄνδρας ἦταν ἀνάξιος νά λάβη τίς εὐλογίες τοῦ Θεοῦ καθώς καμμιά ἀπ᾽ τις προσευχές του δέν εἰσακούστηκαν.
Καθώς τό καράβι ἦταν ἔτοιμο νά σαλπάρη, ὁ πρῶτος ἄνδρας ἄκουσε μιά φωνή ἀπ᾽ τόν Παράδεισο νά δονῆ τόν ἀέρα:
—Γιατί παρατᾶς τόν σύντροφό σου στό νησί;
—Οἱ εὐλογίες εἶναι μόνο δικές μου, καθώς ἐγώ ἤμουν αὐτός πού προσευχήθηκε γιά νά τις λάβη. Ἀπ᾽ τίς δικές του προσευχές δέν εἰσακούστηκε καμμία καί ἔτσι δέν τοῦ ἀξίζει τίποτε, ἀπάντησε ὁ πρῶτος ἄνδρας
—Κάνεις πολύ μεγάλο λάθος, τόν ἐπίπληξε ἡ φωνή. Ὁ ἄνδρας αὐτός προσευχόταν μόνο γιά ἕνα πράγμα τό ὁποῖο καί εἰσακούστηκε. Ἄν δέν γινόταν αὐτό ἐσύ δέν θά λάμβανες καμμιά ἀπ᾽ τίς εὐλογίες Μου.
—Πές μου, ρώτησε ὁ πρῶτος ἄνδρας, ποιά ἦταν ἡ προσευχή του γιά τήν ὁποία τοῦ εἶμαι ὑποχρεωμένος;
—Προσευχόταν νά εἰσακουστοῦν ὅλες οἱ προσευχές σου...
<>
Ο μικρός Μίσα από τη Ρωσία
Τό παρακάτω περιστατικό συνέβη σ᾽ ἕνα ὀρφανοτροφεῖο στή Ρωσία, ὅπου περιθάλπονται μικρά παιδάκια, ἐγκαταλελειμμένα καί κακοποιημένα. Στό ὁρφανοτροφεῖο, λοιπόν, αὐτό, πῆγε παραμονές Χριστουγέννων ἕνας καθηγητής νά μιλήση στά παιδιά γιά τή μεγάλη αὐτή Ἑορτή. Τά περισσότερα ἀπ’ αὐτά ἄκουγαν γιά πρώτη φορά γιά τό Χριστό καί γιά τή Γέννησί Του. Ἕνα ἀγοράκι ἕξι χρονῶν, ὁ Μίσα, ἄκουγε μέ ἰδιαίτερη προσοχή τά λόγια τοῦ καθηγητῆ.
Στή συνέχεια δόθηκαν στά παιδιά ὑλικά γιά νά φτιάξουν τή σπηλιά, τή φάτνη καί ὅλα τά σχετικά.
Παρακολουθώντας ὁ καθηγητής τά χειροτεχνήματα τῶν παιδιῶν, πρόσεξε κάτι πού τοῦ ἔκανε ἐντύπωσι σέ ἐκεῖνο τοῦ Μίσα. Μέσα στή φάτνη τοποθέτησε δύο μωρά.
—Ὁ ἕνας εἶναι ὁ Χριστός, τοῦ εἶπε ὁ καθηγητής. Ποιό εἶναι τό ἄλλο παιδάκι στήν κούνια;
Τότε ὁ μικρός Μίσα ἄρχισε νά τοῦ λέη τήν ἱστορία τῆς Γέννησεως τοῦ Χριστού πού πρίν λίγο εἶχε ἀκοῦσει ἀπ᾽ τό στόμα τοῦ καθηγητή, προσθέτοντας, ὄμως, καί κάτι δικό του. Ὅταν ἔφτασε στό σημεῖο ὅπου ἡ Θεοτόκος τοποθέτησε τό βρέφος στή φάτνη συνέχισε μέ αὐτά τά λόγια:
—Τότε ὁ μικρός Χριστός γύρισε, μέ κοίταξε καί μέ ρώτησε ἄν εἶχα ἕνα μέρος νά μείνω. Ἐγώ Τοῦ εἶπα ὅτι δέν ἔχω οὖτε μητέρα, οὖτε πατέρα, οὖτε πουθενά γιά νά μείνω. Τότε ὁ Χριστός μου εἶπε νά μείνω μαζί Του.
Ἐγώ τότε σκέφτηκα πώς δέν εἶχα κανένα δώρο νά Τοῦ δώσω, ὄπως οἱ ἄλλοι. Πῶς θά μέ κρατοῦσέ μαζί Του;
Τό μόνο δώρο πού μποροῦσα νά Τοῦ προσφέρω ἦταν νά Τόν κρατήσω ζεστό. Γι᾽ αὐτό τόν ρώτησα:
—Ἄν Σέ κρατάω ζεστό, εἶναι γιά Σένα αὐτό ἕνα καλό δῶρο;
Ὁ Χριστός μοῦ ἀπάντησε:
—Ἄν Μέ κρατήσης ζεστό, αὐτό θά εἶναι τό καλύτερο δῶρο πού Μοῦ ἔχει δώσει κανεῖς ποτέ.
Ἔτσι μπῆκα στή μικρή κούνια, κι ἀφού γύρισε καί μέ κοίταξε ὁ Χριστός μοῦ εἶπε ὅτι μποροῦσα νά μείνω μαζί Του γιά πάντα.
Ὅταν τέλειωσε τήν ἱστορία ὁ μικρός Μίσα, τά μάτια του ἦταν γεμάτα δάκρυα πού ἔτρεχαν ἀσυγκράτητα στά μαγουλάκια του. Ἔσκυψε πάνω στό τραπέζι, κάλυψε τό πρόσωπο μέ τό χέρι κι ἔκλαιγε γοερά. Τό μικρό ὀρφανό εἶχε βρεῖ, ἐπιτέλους, Κάποιον πού δέν θά τόν ἐγκατέλειπε ποτέ, πού δε θά τόν κακοποιοῦσε. Κάποιον πού θά τοῦ ἔλεγε νά μείνη μαζί Του γιά πάντα.
Ἀπό: περ. Παρά τήν Λίμνην, Μηνιαία ἔκδ. Ἱ. Ναοῦ Ἁγ. Δημητρίου Παραλιμνίου, Δ 2008
<>
Να σου κάνω ένα χυμό και να στο φέρω
Ἀναφέρει ὁ Ἀρχιμ. Παλαμᾶς, ἡγουμ. τῆς Ἱ. Μ. Θεοτόκου Καλλίπετρας:
“Γιά ἀρκετά χρόνια ἤμασταν μόνοι στή Μονή Προδρόμου. Τό κελλί του ἦταν στό πίσω μέρος τοῦ μοναστηριού καί τό δικό μου μπροστά, κοντά στήν πύλη. Κάποια μέρα ἤμασταν καί οἱ δύο γριπωμένοι. Καιγόμασταν ἀπ᾽ τόν πυρετό ἀλλά κανείς δέν ἦταν νά μᾶς διακονήση. Εἶχα δυό πορτοκάλια στό κελλί μου. Τά ἔκανα χυμό, καί πρίν πιῶ, σκέφθηκα ὅτι πιό σωστό θά ἦταν νά τά προσφέρω στόν π. Θεωνά πού κι ἐκείνος ψήνονταν ἀπ᾽ την ἴωση κι ἴσως τά εἶχε περισσότερη ἀνάγκη. Ντύθηκα καλά βγήκα στήν παγωμένη αὐλή γιά νά πάω τό χυμό στό ἄλλο ἄκρο, στό κελλί του. Βρῆκα τόν π. Θεωνά ντυμμένο νά ἔρχεται κι αὐτός πρός τό δικό μου κελλί μέ ἕνα ποτήρι κι αὐτός στό χέρι.
—Είχα δυό πορτοκάλια, μου ἐίπε, κι ἐίπα ὅτι θά χεις περισσότερο ἀνάγκη ἐσύ νά σου τά κάνω ἕναν χύμο καί νά στό φέρω!”.
Πηγή:
https://apantaortodoxias.blogspot.com/2016/10/1959-2016.html
<>
Ποιο είναι το μικρό όνομα της γυναίκας που καθαρίζει;
Κατά την διάρκεια του δεύτερου μήνα της νοσηλευτικής σχολής ο καθηγητής μου μας έδωσε να κάνουμε ένα κουίζ. Ήμουν συνεπής φοιτήτρια και απαντούσα με ευκολία σε όλες τις ερωτήσεις, μέχρι που διάβασα την τελευταία: “Ποιο είναι το μικρό όνομα της γυναίκας που καθαρίζει;” Μάλλον πρόκειται για κάποιο αστείο σκέφτηκα.
Είχα δει την καθαρίστρια πολλές φορές. Ήταν ψηλή, μελαχρινή και γύρω στα 50. Το όνομά της, όμως, δεν το ήξερα.
Παρέδωσα το κουίζ, αφήνοντας την τελευταία ερώτηση κενή. Λίγο πριν τελειώσει το μάθημα ένας φοιτητής ρώτησε, αν η τελευταία ερώτηση θα μετρήσει στην βαθμολογία. “Εννοείται, θα μετρήσει”, απάντησε ο καθηγητής. “Στην καριέρα σας θα συναντήσετε πολλούς ανθρώπους. Όλοι τους είναι σημαντικοί. Αξίζουν την προσοχή και την φροντίδα σας, ακόμα και αν αυτό είναι ένα χαμόγελο και ένας χαιρετισμός.”
Δεν ξέχασα ποτέ το συγκεκριμένο μάθημα. Επίσης, έμαθα, ότι το όνομα της ήταν Ντόροθι.
<>
Μικρές αλήθειες...
* «Μιά ζωή στερημένη ἀπό ἀγάπη εἶναι λουλούδι πού ἀνθίζει στήν ἐρημιά καί κανείς δέν χαίρεται τήν εὐωδία του».
* «Ἡ ἀγάπη καί ἡ φιλία μοιάζουν μέ τούς τραπεζικούς λογαριασμούς. Δέν μπορεῖς μόνο νά εἰσπράττης. Πρέπει καί νά καταθέτης».
* Μια πράξη αγάπης μπορεί να ζυμώσει “πέντε άρτους”. Μιά λέξη ευγενική μπορεί να χορτάσει “πεντακισχιλίους”.
* Τα δάκρυα της μητέρας είναι η πιο ισχυρή υδροηλεκτρική δύναμη του κόσμου.
Πηγή:
TRUTH TARGET - ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΗ
<>
Αυτό είναι...
Κάποτε, όλοι οι χωρικοί αποφάσισαν να προσευχηθούν για να βρέξει.
Την ημέρα της προσευχής, όλοι οι άνθρωποι συγκεντρώθηκαν, αλλά μόνον ένα αγόρι ήρθε με μια ομπρέλα.
Αυτό είναι ΠΙΣΤΗ.
Όταν πετάμε τα μωρά στον αέρα, γελούν, επειδή ξέρουν, ότι θα τα πιάσουμε.
Αυτό είναι ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ.
Κάθε βράδυ, πέφτουμε για ύπνο, χωρίς καμία βεβαιότητα, ότι, το επόμενο πρωϊ, θα είμαστε ζωντανοί, όμως εξακολουθούμε, να βάζουμε ξυπνητήρια, για να ξυπνήσουμε.
Αυτό είναι ΕΛΠΙΔΑ.
Σχεδιάζουμε μεγάλα πράγματα, για το αύριο, παρά την μηδενική γνώση, που έχουμε, για το μέλλον.
Αυτό είναι ΑΥΤΟΠΕΠΟΙΘΗΣΗ.
Βλέπουμε τον κόσμο να υποφέρει, αλλά, συνεχίζουμε να παντρευόμαστε και να γεννάμε παιδιά.
Αυτό είναι ΑΓΑΠΗ.
Στο πουκάμισο ενός υπερήλικα, ήταν γραμμένη η πρόταση:
«Δεν είμαι 80 ετών. Είμαι γλυκά 16, με 64 χρόνια εμπειρίας».
Αυτή είναι ΣΤΑΣΗ ΖΩΗΣ (Νοοτροπία).
<>
Ο τσαγκάρης και η αγάπη προς τον πλησίον
Χριστιανική παραβολή
Ἕνας τσαγκάρης ζοῦσε σέ ἕνα χωριό. Ζοῦσε δίκαια, εἶχε ἰσχυρή πίστι. Καί πρίν ἀπό μία ἀπ᾽ τίς μεγάλες ἐκκλησιαστικές ἑορτές, ἀρρώστησε. Θλιμμένος πού δέν θά εἶναι σέ θέσι νά μπῆ στό ναό, ξαφνικά, στίς παραμονές τῶν μεγάλων ἑορτῶν, ὁνειρεύτηκε μιά φωνή, πολύ ἥσυχη καί εὐγενική νά λέη: “Ἄν δέν μπορῆς νά ἔρθη σέ μένα, θά ἔρθω Ἐγώ σέ σένα αὐτή τήν ἡμέρα”.
Ὁ τσαγκάρης ξύπνησε καί ἤταν χαρούμενος: “Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος θά ἔρθη σέ μένα;” σκέφτηκε.
Ὅλο τό πρωί καθάριζε τό σπίτι του, προετοίμαζε τίς ἑορταστικές ἐκδηλώσεις —όσο μποροῦσε— καί προετοίμαζε τήν ἄφιξη τοῦ εὐπρόσδεκτου φιλοξενούμενου. Καί ἔτσι, κατά τή διάρκεια τῆς προετοιμασίας, εἶδε ἕνα φτωχό ἀγόρι ἔξω ἀπ᾽ τό παράθυρο. Καλώντας τόν κοντά του, ὁ τσαγκάρης ρώτησε:
—Γιατί κλαῖς;
—Ἔχω τά τελευταῖα παπούτσια μου σκισμένα σήμερα καί δέν ἔχω τίποτε νά φορέσω. Καί ζοῦμε σέ μιά φτωχή οἰκογένεια καί ἑπομένως δέν μποροῦμε νά ἀγοράσουμε καινούργια...
Τότε ὁ τσαγκάρης διαβεβαίωσε τό ἀγόρι καί εἶπε:
—Δῶσε μου τά παπούτσια σου, θά τά φτιάξω γιά σένα.
Μετά ἀπό ἕνα μικρό χρονικό διάστημα, τό ἀγόρι πού λάμπει ἀπό εὐτυχία, φοράει τά ἐπισκευασμένα παπούτσια του. Ἀφοῦ ἔφυγε τό ἀγόρι, ὁ τσαγκάρης συνέχισε τό ἔργο του.
Ἦταν βράδυ. Καί τότε, μιά φτωχή γυναίκα ἔρχεται σέ αὐτόν καί λέει:
—Συγχωρήστε με, παρακαλώ! Σᾶς ἔδωσα γιά νά ἐπισκευάσετε τίς μπότες μου, ἄλλα δέν ἔχω νά σᾶς τίς πληρώσω... ἀλλά δέν ἀντέχω ἄλλο χωρίς παπούτσια, ἦρθε τό κρύο...
Ὁ τσαγκάρης χαμογέλασε καί εἶπε:
—Ἔτοιμες οἱ μπότες σας. Φορέστε τες καί μην τίς πληρώσετε!
Ἦρθε ἡ νύχτα. Ἀφοῦ τελείωσε ὅλες τίς ὑποθέσεις του, ὁ τσαγκάρης καθόταν δίπλα στό παράθυρο καί περίμενε τόν φιλοξενούμενο πού ὑποσχέθηκε νά ἔρθη σέ αὐτόν. Ξάπλωσε στό κρεββάτι κουρασμένος ἀπ᾽ τήν ἄσκοπη ἀναμονή καί τότε χτύπησε ἡ πόρτα.
Ἀφοῦ τήν ἄνοιξε, ὁ τσαγκάρης εἶδε ἕναν ταξιδιώτη μπροστά του, ὁ ὁποῖος τοῦ εἶπε:
—Ἐπιτρέψτε μου νά μείνω μιά νύχτα μαζί σας. Εἶμαι στό δρόμο ὅλη τήν ημέρα, ἀλλά δέν μπορῶ νά πάω σέ κανένα, κανείς δέν μέ ἀφήνει νά μπῶ γιά τή νύκτα...
Ὁ τσαγκάρης τόν δέχτηκε στό σπίτι του. Ἀφού ἄφησε τόν ταξιδιώτη νά ξεκουραστῆ ἀπ᾽ τό δρόμο, ὕστερα τόν ἔβαλε νά κοιμηθῆ στό κρεββάτι του, καί ὁ ἴδιος ξάπλωσε στό πάτωμα. Καί πρίν κοιμηθῆ σκέφτηκε:
—Ὑποθέτω ὅτι δέν ἤμουν ἄξιος γιά τόν ἐπισκέπτη, γιατί δέν ἦρθε νά μέ δῆ σήμερα.
Μέ μιά τέτοια ζοφερή σκέψι ἀποκοιμήθηκε .
Καί τότε στόν ὕπνο του ἄκουσε μιά ἤρεμη φωνή:
—Ήρθα σέ σένα τρεῖς φορές σήμερα καί κάθε φορά μέ δέχτηκες θερμᾶ.
Πηγή:
https://apantaortodoxias.blogspot.com/2018/04/blog-post_87.html
<>
«Τίς ἑβδομάδες μετά τό γεγονός [τοῦ Τιτανικοῦ], ἐρευνητές καί ἐφημερίδες συγκέντρωσαν ἱστορίες ἐπιζώντων γιά νά καταλάβουν πῶς συνέβη ἡ τραγωδία. Καί ἀνακάλυψαν πράξεις ἀφάνταστης αὐταπαρνήσεως και ἀνθρωπιᾶς.
Ἕνας ἀπ᾽ τούς ἐμβληματικότερους ἥρωες τοῦ Τιτανικοῦ ἦταν ὁ πέμπτος ἀξιωματικός Harold Lowe. Ὁ Harold ὁδηγοῦσε τή μοναδική λέμβο πού ἐπέστρεψε στόν τόπο τοῦ ναυαγίου. Ἔψαχνε στό σκοτάδι καί στά παγωμένα νερά γιά νά βρῆ ἐπιζῶντες. Καί προτοῦ σπεύση κωπηλατώντας νά συνδράμη μιά ἄλλη λέμβο πού κινδύνευε νά βυθιστῆ, περιμάζεψε τέσσερεις ναυαγούς.
Ὁ Harold δέν ἦταν ὁ μοναδικός πού ἔβαλε τούς ἄλλους πάνω ἀπ᾽ τόν ἑαυτό του. Ὁρισμένοι ἔδωσαν τό σωσίβιό τους σέ ἀγνώστους ἐνῶ ἄλλοι ἔδωσαν τή θέσι τους στή βάρκα τῆς σωτηρίας. Ὁμάδες σοκαρισμένων καί τρομοκρατημένων ἀνθρώπων ὁδηγήθηκαν μέσα ἀπ᾽ τούς δαιδαλώδεις πλημμυρισμένους διαδρόμους καί τίς σκάλες πρός τίς σωστικές λέμβους πού περίμεναν στά καταστρώματα. Ἐνήλικοι φρόντισαν παιδιά πού δέν ἦταν δικά τους καί ἄλλοι προσπάθησαν νά κρατήσουν τό ἠθικό ψηλά ἐνθαρρύνοντας μέ τραγούδια ὅσους κωπηλατοῦσαν.
Στό μηχανοστάσιο τοῦ πλοίου οἱ μηχανικοί καί οἱ πυροσβέστες παρέμειναν στίς θέσεις τους ὥστε νά συνεχίσουν νά λειτουργοῦν οἱ ἀντλίες τοῦ νεροῦ καί τό ἠλεκτρικό ρεῦμα. Ἄν καί ἤξεραν ὅτι θά βυθιστοῦν μαζί μέ τό καράβι, ἦταν ἀποφασισμένοι νά κρατήσουν, ὅσο ἦταν δυνατόν, τόν Τιτανικό φωτισμένο στήν ἐπιφάνεια, ὥστε νά μπορέσουν νά διαφύγουν περισσότεροι ἐπιβάτες.
Ἔπειτα ἀπό ἑβδομάδες, καί ὅσο διαρκοῦσε ἡ ἐπίσημη ἔρευνα γιά τούς λόγους πού προκάλεσαν τήν καταστροφή, φωτεινές ἱστορίες ἀλληλοβοήθειας σάν καί τοῦτες ἔδειξαν ὅτι μέ ἀλτρουϊσμό καί ἀνθρωπιά ἡ ἀνθρωπότητα μπορεῖ νά λάμψη ἀπέναντι στίς καταστροφές»(EM, 48).
<>
«Καταλαβαίνοντας ὅτι ὁ Dr. Peyo [ἄλογο] διέθετε ἕνα μοναδικό χάρισμα, ὁ Hassen Bouchakour μίλησε σε κτηνιάτρους καί εἰδικούς οἱ ὁποῖοι συμφώνησαν πώς τό ἄλογο εἶχε μιά ἀσυνήθιστη ἱκανότητα. Πρόθυμος νά προσφέρη αὐτό τό δῶρο γιά καλό σκοπό, ὁ Hassen παράτησε τίς λαμπερές ἀρένες καί ἀφιέρωσε τρία χρόνια προετοιμάζοντας τό ἄλογο γιά νά ἐπισκεφθῆ ἀσθενεῖς καί ἡλικιωμένους. Κατά τή διάρκεια τῆς ἐκπαιδεύσεως, ὁ Peyo ἔμαθε σιγά σιγά τούς ἀσυνήθιστους ἤχους, τίς εἰκόνες καί τή μυρωδιά τῶν νοσοκομείων καί τῶν οἴκων εὐγηρίας.
Γιά νά ἀρχίση ὁ Peyo τίς ἐπισκέψεις χρειάζεται προσεκτική περιποίησι καί φροντίδα. Τό σῶμα του καλύπτεται μέ ἀντισηπτική lotion ἐνῶ ἡ χαίτη καί ἡ οὐρά του πλέκονται σέ σφιχτές πλεξοῦδες. Ὅταν ὁ Peyo φτάνει στό νοσοκομεῖο γιά νά ξεκινήση τή μέρα του, σταματάει ἤ σηκώνεται στά μπροστινά του πόδια γιά νά δείξη στόν Hassen σέ ποιό δωμάτιο θέλει νά μπῆ. Εἶναι σάν νά τοῦ λέη ποιός τόν ἔχει περισσότερο ἀνάγκη!
Μέ τή βοήθεια τοῦ Hassen, ὁ Peyo ἐπισκέπτεται ἀσθενεῖς τῶν ὁποίων ἡ ζωή φτάνει στό τέλος της. Ὁ Hassen τόν παρακολουθῆ νά τρίβη μαλακά τή μουσούδα του πάνω τους καί μέ τήν εὐγενική παρουσία του νά τούς ἀνακουφίζη προσφέροντάς τους ἠρεμία καί ἀγάπη τίς τελευταῖες ἑβδομάδες τῆς ζωῆς τους πάνω στή Γῆ.
Μπορεῖ νά ἀκούγεται παράξενο, ὅμως, πραγματικά λειτουργεῖ. Οἱ γιατροί παρατήρησαν ὅτι οἱ ἀσθενεῖς πού περνοῦσαν χρόνο μέ τόν Peyo ἔνιωθαν πιό ἤρεμοι καί λιγότερο ἀνήσυχοι, μέ ἀποτέλεσμα νά χρειάζωνται μικρότερη δόσι ἀπό παυσίπονα!»(ΕΜ, 58).
<>
Πολλά χρόνια πρίν, στή Νάπολη τῆς Ἰταλίας, ξεκίνησε μιά καταπληκτική παράδοσι πού ὀνομάζεται Caffè Sospreso, δηλαδή κερασμένος καφές. Νά πῶς λειτουργεῖ ὁ “κερασμένος καφές”.
Ἄν κάποιος εἶχε μιά ὄμορφη μέρα ἤ ἁπλῶς θέλει νά κάνη κάτι καλό, μπορεῖ νά παραγγείλη δύο καφέδες σ᾽ ἕνα καφενεῖο καί νά πιῆ μόνο τόν ἕνα. Ὁποιοσδήποτε, λοιπόν, δέν ἔχει τή δυνατότητα νά πληρώση τόν καφέ του, μπορεῖ νά πιῆ τόν κερασμένο, τόν ἤδη πληρωμένο.
Αὐτομάτως, ἡ μέρα του θά γίνη κάπως καλύτερη. Καί, ποιός ξέρει, ἴσως σκεφτεῖ καί ὁ ἴδιος νά κάνη στή συνέχεια μιά καλή πράξι.
Ὁ “κερασμένος καφές” εἶναι μιά ἀνώνυμη χειρονομία ἐξαιρετικά δυνατή. Εἶναι τόσο δυνατή, πού ἀπ᾽ τό δειλό ξεκίνημά του στή Νάπολη διαδόθηκε σέ ὁλόκληρο τόν κόσμο»(ΕΑ, 94).
<>
«Ὁ Michael Landy ζήτησε ἀπό ἐπιβάτες καί ἐργαζόμενους τοῦ metro τοῦ Λονδίνου νά τοῦ ἀναφέρουν περιστατικά καλοσύνης πού εἶχαν δεῖ στόν ὑπόγειο ἤ στά ὁποῖα εἶχαν λάβει μέρος.
Στή συνέχεια, ἔφτιαξε ἀφίσες πού ἀπεικόνιζαν τίς ἱστορίες καί τίς κρέμασε στίς πλατφόρμες καί στούς συρμούς.
Οἱ ἱστορίες ἦταν πολλές καί θαυμάσιες, ὅπως, γιά παράδειγμα, ἡ ἱστορία ἑνός παιδιοῦ τοῦ ὁποίου τοῦ ξέφυγε τό μπαλόνι καί τό εἶδε νά πετάη πρός τό βάθος τοῦ βαγονιοῦ. Οἱ ἐπιβάτες ἕνας πρός ἕνα τοῦ τό ἔστειλαν πίσω χαμογελώντας»(ΕΜ, 96).
Ἅγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς: «Ἕνας νέος εἶχε φτάσει σέ τόσο μεγάλη ἀπελπισία, ὥστε ἀποφάσισε νά αὐτοκτονήση. Ἐξομολογεῖται σ᾽ ἕνα Πνευματικό. Ἀκούει τόν Πνευματικό μέ προσοχή πού τοῦ λέει:
—Ἐσύ εἶσαι ὑπεύθυνος ὁ ἴδιος γιά τήν κατάστασί σου. Ἡ ψυχή σου κοντεύει νά πεθάνη ἀπό πεῖνα. Ἔμαθες νά ἐνδιαφέρεσαι καί νά φροντίζης πῶς νά θρέψης τό σῶμα σου. Καί ποτέ σου δέν ἐνδιαφέρθηκες γιά τήν τροφή τῆς ψυχῆς σου πού ἔχει πολύ πιό περισσότερη ἀνάγκη ἀπ᾽ τό σῶμα σου. Ἡ ψυχή σου πεθαίνει ἀπ᾽ τήν πεῖνα! Φάε καί πιές τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, παιδί μου. Ἔτσι μόνο θά ἀναζωογονηθῆ ἡ ψυχή σου καί θά γλυτώση ἀπ᾽ τόν αἰώνιο θάνατο.
Πείθεται ὁ νέος ἀπ᾽ τόν Πνευματικό καί φεύγει γιά νά συνεχίση μέ θάρρος καί νέα δύναμι τή ζωή καί ἔτσι σώζεται»(ΒΣ, 6).
<>
Ἅγ. Ἀμβρόσιος: «Ὁ Θεός ἔδωκεν εἰς ἡμᾶς τόν ἄρτον τοῦτον καθημερινόν, καί ἡμεῖς ποιοῦμεν αὐτόν ἐνιαύσιον»(ΒΣ, 14).
<>
Ἀρχιμ. Εὐσέβιος Βίττης: «Χαρακτηριστικό εἶναι τό ἑξῆς γεγονός πού συνέβη πρό ἐτῶν στό Σανατόριο (τότε) “Σωτηρία” στήν Ἀθήνα. Μετά ἀπό μιά Θ. Λειτουργία, πού κοινώνησαν οἱ περισσότεροι ἀσθενεῖς τοῦ ἐκκλησιάσματος, ὁ ἱερέας ἔπρεπε νά καταλύση τήν ὑπόλοιπη Θ. Κοινωνία, ὅπως γίνεται πάντοτε. Προτοῦ κάνη τήν κατάλυσι, εἶδε κάποιον πού στεκόταν στό βόρειο βημόθυρο τοῦ Ἱεροῦ. Τόν ρώτησε τί ἤθελε. Ἐκεῖνος ἀπάντησε πώς δέν ἤθελε τίποτε. Ὁ ἱερέας κατέλυσε κανονικά καί ἀφοῦ ἔβγαλε τά ἱερά ἄμφια ἑτοιμάστηκε νά βγῆ ἀπ᾽ τό Ἱερό. Βγαίνοντας ξανασυναντάει τό ἴδιο πρόσωπο. Τόν ρώτησε τί ἤθελε περιμένοντας. Καί τοῦ πρόσθεσε, ὅτι ἄν ἤθελε τόν ἴδιο, δέν μποροῦσε νά τόν δεχθῆ, γιατί εἶχε μιά ἀνειλημμένη ὑποχρέωσι καί μάλιστα θά πήγαινε ἀργοπορημένος. Ὁ ἄλλος ἀπάντησε πώς αὐτό πού ἤθελε ἔγινε. Ἤθελε, λέει, νά δῆ ἄν πράγματι ὁ ἱερέας θά κατέλυε τή Θ. Κοινωνία μετά τή μετάληψι τόσων φυματικῶν. Τότε μόνο “εἶδε καί ἐπίστευσε”! Μέχρι τότε δέν πίστευε πώς οἱ ἱερεῖς πιστεύουν στή Θ. Κοινωνία οὔτε βέβαια πώς ἡ Θ. Κοινωνία εἶναι πηγή ζωῆς καί ὄχι θανάτου...»(ΒΣ, 65).
<>
«Γιά δέκα ὁλόκληρα χρόνια, ὁ παπᾶς τῆς Σπιναλόγκα π. Χρύσανθος (1898-1972) κοινωνοῦσε τούς λεπρούς καί ἔπειτα κατάλυε τήν ὑπόλοιπη Θ. Κοινωνία χωρίς νά κολλήση λέπρα. Εἶχε πίστι, εἶχε τόλμη καί θάρρος. Οἱ Χανσενικοί πού ἔμεναν ἐγκαταλειμμένοι στή Σπιναλόγκα, ἦταν ὀργισμένοι μέ τό Θεό, γιά τό λόγο ὅτι ἡ ἀρρώστια τους ἦταν μιά μεγάλη καί ἀφόρητη δοκιμασία. Ὁ π. Χρύσανθος —Ἱεραπετρίτης παπᾶς— τόλμησε νά τούς ἐπισκεφθῆ κάποτε καί νά λειτουργήση στό ἐγκαταλειμμένο ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγ. Παντελεήμονα, πού ὑπῆρχε καί ρήμαζε στό νησί.
Λένε πώς στήν πρώτη λειτουργία, δέν πάτησε ψυχή. Οἱ λεπροί ἄκουγαν πεισμωμένοι ἀπ᾽ τά κελλιά τους τήν ψαλμωδία κι ἄλλοτε τή σκέπαζαν μέ τά βογγητά τους κι ἄλλοτε μέ τίς κατάρες τους. Ὁ ἱερέας, ὅμως, ξαναπῆγε. Στή δεύτερη τούτη ἐπίσκεψι, ἕνας ἀπ᾽ τούς ἀσθενεῖς, πρόβαλε θαρρετά στό κατώφλι τοῦ Ναοῦ.
—Παπᾶ, θά κάτσω στή λειτουργία σου μέ ἕνα ὅρο, ὅμως. Θέλω νά μέ κοινωνήσης, κι ἄν ὁ Θεός σου εἶναι τόσο παντοδύναμος, ἐσύ μετά θά κάνης τήν κατάλυσι καί δέν θά φοβηθῆς τή λέπρα μου. Ὁ ἱερέας ἔγνεψε συγκαταβατικά. Στά κοντινά κελλιά ἀκούστηκε ἡ κουβέντα κι ἄρχισαν νά μαζεύονται διάφοροι στό πλάι τοῦ Ναοῦ, ἐκεῖ πού ἦταν ἕνα μικρό χάλασμα, μέ λιγοστή θέα στό ἱερό. Παραμόνευαν οἱ χανσενικοί στό τέλος τῆς λειτουργίας καί εἶδαν τόν παπᾶ δακρυσμένο καί γονατιστό στήν ἱερά Πρόθεσι, νά κάνη τήν κατάλυσι.
Πέρασαν μῆνες. Οἱ χανσενικοί τόν περίμεναν. Πίστευαν πώς θά ἔρθη καί τούτη τή φορά, ὡς ἀσθενής ὅμως καί ὄχι ὡς ἱερέας. Κι ὅμως ὁ παπᾶς ἐπέστρεψε ὑγιής καί ροδαλός κι ἄρχισε μέ ἠθικό ἀναπτερωμένο νά χτυπᾶ τήν καμπάνα τοῦ παλαιοῦ ναΐσκου. Ἔκτοτε, γιά δέκα τουλάχιστον χρόνια, ἡ Σπιναλόγκα εἶχε τόν ἱερέα της. Οἱ χανσενικοί ἀναστήλωσαν μόνοι τους τήν ἐκκλησία καί συνάμα ἀναστήλωσαν καί τήν πίστι τους. Κοινωνοῦσαν τακτικά καί πάντα κρυφοκοίταζαν τόν παπᾶ τους τήν ὥρα τῆς καταλύσεως, γιά νά βεβαιωθοῦν πῶς τό θαῦμα τῆς Σπιναλόγκας συνέβαινε ξανά καί ξανά. Τό 1957 μέ τήν ἀνακάλυψι τῶν ἀντιβιοτικῶν καί τήν ἴασι τῶν λεπρῶν, τό λεπροκομεῖο ἔκλεισε καί τό νησί ἐρημώθηκε. Μόνο ὁ ἱερέας ἔμεινε στό νησί, ὡς τό 1962 γιά νά μνημονεύη τούς νεκρούς μέχρι πέντε χρόνια ἀπ᾽ τό θάνατό τους.
(Ἀπ᾽ τό περ. Βηθεσδά, Ἀπ-Ἰν 2023)»(ΒΣ, 67).
<>
Ἀρχιμ. Ἀθανασίου Μυτιληναίου: «... Ἄν κάποιοι ἄνθρωποι πᾶνε σ᾽ ἕνα ζαχαροπλαστεῖο νά φᾶνε ἕνα γλυκό, ἤ ἄν πάρουν κάποιες πάστες γιά νά μοιράσουν σ᾽ ἕνα γάμο, σέ βαφτίσια ἤ ἀλλοῦ, καί πράγματι ἐκεῖ ὑπάρχει κάποιο πρόβλημα, μετά δέν θά πᾶνε ὅλοι στό Νοσοκομεῖο; Θά πᾶνε ὅλοι τους στό Νοσοκομεῖο! Ἔτσι κι ἐδῶ, ἀγαπητοί μου· ἄν ὑπῆρχε μολυσματικότητα, αὐτή θά γινόταν ὁμαδική. Ἀλλά ὁμαδική μολυσματικότητα ἀπ᾽ τό Μυστήριο τῆς Θ. Εὐχαριστίας οὐδέποτε παρατηρήθηκε! Γιά παράδειγμα, τή Μ. Πέμπτη, τά Χριστούγεννα, τό Πάσχα, πού κοινωνοῦν τόσοι καί τόσοι, ἄν ὑποτεθῆ ὅτι ὁ πρῶτος ἦταν συφιλιδικός, δέν θά ἔπρεπε νά ἐμφανισθῆ τό φαινόμενο τῆς σύφιλης, ἀκόμη καί σέ μικρά παιδιά, κατά ἕνα λοιμώδη τρόπο; Παρατηρήθηκε, ὅμως, ποτέ; Ποτέ!...»(ΒΣ, 72).
<>
Δημήτριος Παναγόπουλος, ἱεροκήρυκας: «Αὐτός πού δέν πιστεύει, ὅτι ἡ Θ. Κοινωνία, εἶναι τό Τίμιο Σῶμα καί τό Τίμιο Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, διαπράττει τήν μεγαλύτερη ἁμαρτία, πιό μεγάλη καί ἀπ᾽ τήν παράβασι τοῦ Δεκαλόγου τοῦ Μωϋσέως. Διάπράττει τήν ἁμαρτία τοῦ Ἰούδα... τῆς προδοσίας τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ»(ΒΣ, 75).
<>
Δημήτριος Παναγόπουλος, ἱεροκήρυκας: «Ὅταν κοινωνῶ τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, δέν προσλαμβάνω ἐγώ τό Χριστό, ἀλλά μέ προσλαμβάνει Ἐκεῖνος καί γίνομαι μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ»(ΒΣ, 75).
<>
Δημήτριος Παναγόπουλος, ἱεροκήρυκας: «Εἶναι πολλοί πού ἀμφισβητοῦν, ὅτι ὁ Θεός μπορεῖ νά κάνη τόν οἶνο καί τόν ἄρτο, Αἷμα καί Σῶμα Χριστοῦ στό Μυστήριο τῆς Θ. Κοινωνίας καί τήν ἴδια στιγμή, ὁ ἴδιος ὁ ὀργανισμός τους μετατρέπει μυστηριωδῶς, τόν ἄρτο πού τρῶνε σέ σάρκα καί τόν οἶνο πού πίνουν σέ αἷμα. Εἴμαστε ἀστεῖοι...»(ΒΣ, 76).
<>
Δημήτριος Παναγόπουλος, ἱεροκήρυκας: «Ὁ Μυστικός Δεῖπνος ὀνομάζεται “Μυστικός”, ὄχι ἐπειδή ἔγινε κρυφά, ἀλλά ἐπειδή στό κρασί καί στόν ἄρτο τοῦ Δείπνου αὐτοῦ, κρυβόταν ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, ἀφοῦ ἦταν τό Σῶμα καί τό Αἷμα Του»(ΒΣ, 76).
<>
Δημήτριος Παναγόπουλος, ἱεροκήρυκας: «Ἡ Θ. Κοινωνία εἶναι ἕνα κάρβουνο πού καίει τίς ἁμαρτίες τῶν μετανοημένων καί καίει τίς ψυχές τῶν ἀμετανοήτων»(ΒΣ, 76).
<>
Δημήτριος Παναγόπουλος, ἱεροκήρυκας: «Μιά πνευματική γυναῖκα, μοῦ φανέρωσε μιά μέρα τήν ἀποκάλυψί της. Εἶχε πάει Μ. Πέμπτη στήν ἐκκλησία καί τήν ὥρα πού τό πλῆθος τοῦ κόσμου ἑτοιμαζόταν νά κοινωνήση, συλλογίστηκε τό ἑξῆς:
“Ἄραγε, ποιοί ἀπό αὐτούς τούς ἀνθρώπους προετοιμάστηκαν καταλλήλως γιά τό Μυστήριο αὐτό; Μάλιστα γι᾽ αὐτούς, πού δέν προετοιμάστηκαν καταλλήλως, προσευχήθηκε λέγοντας: Θεέ μου, συγχώρησέ τους! Τότε, ὅπως λέει ἡ ἴδια, βλέπει τόν παπᾶ μέ τήν Ἱερή Λαβίδα νά κοινωνῆ τούς πιστούς. Καί συνέβαινε κάτι παράδοξο. Σέ πολλούς τήν ὥρα πού κοινωνοῦσαν, ἕνας ἄγγελος Κυρίου, ἔπαιρνε τή Θ. Μετάληψι ἀπ᾽ τήν Ἱερή Λαβίδα καί τήν ἐπέστρεφε στό Ἱερό Ποτήριο καί οἱ ἄνθρωποι αὐτοί λάμβαναν ἁπλά ἄρτο καί οἶνο καί ὄχι τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Παρατήρησε, ὅτι ἀπ᾽ τούς 100 πού πήγαιναν νά κοινωνήσουν, στούς 95 συνέβαινε αὐτό τό πράγμα. Προφανῶς αὐτοί προσέρχονταν στό Μυστήριο ἀπροετοίμαστοι καί οὐσιαστικά δέν κοινωνοῦσαν, ἄν καί στήν πράξι φαίνονταν ὅτι συμμετεῖχαν στό Μυστήριο αὐτό”»(ΒΣ, 78).
<>
«Κάποια μέρα, ἕνας γιατρός, πού παρακολουθοῦσε τίς ὁμιλίες, πλησιάζει τόν ἱεροκήρυκα Δημήτριο Παναγόπουλο καί τοῦ λέει:
—Κύριε Παναγόπουλε, ὁ ἱερέας εἶναι δυνατόν νά καταλύει τό Ἅγ. Ποτήριο, διότι τόσοι καί τόσοι ἀσθενεῖς κοινωνοῦν ἀπ᾽ αὐτό καί τό μικρόβιο τῆς φυματιώσεως μεταδίδεται μέσῳ τοῦ σιέλου. Τί λοιπόν γίνεται ἔπειτα τό Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Κυρίου; Τό χύνει ὁ ἱερέας στό χωνευτήριο; Αὐτό δέν εἶναι μεγάλη ἁμαρτία;
Γέλασε ὁ Παναγόπουλος ὅταν ἄκουσε τά λόγια τοῦ γιατροῦ καί τοῦ εἶπε ὅτι ἐπ᾽ οὐδενί λόγῳ γίνεται τέτοιο πράγμα. Ὁ Κύριος δέν μολύνεται από μικρόβια καί οὔτε γίνεται μέσον νά μολυνθοῦν ἄλλοι. Ὁ γιατρός, ὅμως, δέν μποροῦσε νά πιστέψη, ὁπότε ὁ Παναγόπουλος τόν προέτρεψε νά ἐκκλησιασθῆ κατά τήν ἑπόμενη Θ. Λειτουργία καί στό τέλος νά σταθῆ κάπου, ὥστε νά βλέπη τίς κινήσεις τοῦ ἱερέα τήν ὥρα τῆς καταλύσεως. Πράγματι ὑπάκουσε ὁ γιατρός καί εἶδε πλέον μέ τά μάτια του, ὅτι πράγματι ὁ ἱερέας κατέλυσε καί μάλιστα ρίχνοντας ἀνᾶμα δυό-τρεῖς φορές στό Ἅγ. Ποτήριο, φρόντισε νά μή μείνη οὔτε ἴχνος τοῦ Παναγίου Σώματος καί Αἵματος τοῦ θυσιασθέντος Κυρίου ἐντός Αὐτοῦ. Ἔκτοτε, ὄχι μόνο πίστευε, ἀλλά ἐκκλησιαζόταν καί κοινωνοῦσε μαζί μέ τούς ἀσθενεῖς»(ΒΣ, 78).
<>
Δημήτριος Παναγόπουλος, ἱεροκήρυκας:
«Ὁμολογία μεγάλου μάγου, πρίν τήν ὥρα τοῦ θανάτου του:
—Ἐκβιάζομαι ἀπ᾽ τόν Ἄγγελο καί δέν μπορῶ νά μήν ὁμολογήσω καί νά πῶ, ὅτι σέ κανένα Χριστιανό δέν κατόρθωσα νά κάνω κάτι, πού Κοινωνοῦσε συχνά (ἐννοεῖται ἀξίως)»(ΒΣ, 79).
«Στίς 30 Δεκεμβρίου τοῦ 1967, ἡμέρα Σάββατο καί ὥρα 3 μ.μ. πῆγα στά Μετέωρα, γιά νά προσκυνήσω καί ὠφεληθῶ ψυχικά. Τήν Κυριακή λειτουργησα στήν Ἱ. Μονή Μεταμορφώσεως καί τή Δευτέρα στόν Ἅγ. Στέφανο, νυκτερινή. Χαρά Θεοῦ καί εὐλογία Κυρίου. Ἀφοῦ μέ τή δύναμι τοῦ Θεοῦ ἐπέστρεψα στό χωριό μου, μέ εἰδοποίησαν ἀμέσως νά πάω νά κοινωνήσω τή γριά, Ζωή Ἀντωνίου Γκαγκαστάθη, πού ἦταν ἀπό καιρό κατάκειτη, περίπου 85 ἐτῶν. Πῆγα, καί μόλις τήν κοινώνησα τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, ἀμέσως φώναξε: “Μέ ἔκαψε ἡ Κοινωνία, φωτιά ἔχω, δῶστε μου νερό νά πιῶ, καίγομαι. Μέ καίει μέσα”. Στίς λίγες ὧρες τίς ὁποῖες ἔζησε φώναζε συνέχεια, κάηκα ἡ καϋμένη. Κατόπιν παρέδωσε τό πνεῦμα της.
(Μαρτυρία ἀειμνήστου π. Δημητρίου Γκαγκαστάθη»(ΒΣ, 85).
<>
«Ὁ δόκιμος Κων/ντίνος Κλεόπας Ilie, ὅταν ὑπηρετοῦσε ὡς δεύτερος διακονητής στήν ἐκκλησία τῆς Μονῆς ἦταν αὐτόπτης μάρτυς μερικῶν θαυμάτων πού συνέβησαν στήν ὥρα τῆς Θ. Λειτουργίας, στήν ἐκκλησία τῆς Σκήτεως Συχαστρία. Ἰδού τί μᾶς διηγήθηκε.
“Νά βλέπατε τί ἔπαθα μ᾽ ἕνα ἐνάρετο ἱερέα, τόν π. Καλλίστρατο Μπόμπου. Ὡς Πνευματικός πέρασε κάποτε ἀπό μία μοναχή, ἀσκήτρια σέ σπηλιά τοῦ δάσους. Τότε στά δάση ἀσκήτευαν περί τούς 550 μοναχούς καί μοναχές. Αὐτή ἡ μοναχή εἶπε στόν π. Καλλίστρατο:
—Σέ σᾶς δέν κατέρχεται τό Ἅγ. Πνεῦμα, διότι ἀκολουθήσατε τό Νέο Ἡμερολόγιο!
Ἀπό τότε ὁ π. Καλλίστρατος διατελοῦσε ἐν πολλῇ ἀμφιβολίᾳ.
Μιά φορά, ὅταν ἤμουν βοηθός διακονητής στήν ἐκκλησία, παρατήρησα ὅτι τό πρόσφορο πού λειτουργοῦσε ὁ Ἡγούμενος ἦταν ἄσπρο καί γλυκό, ἐνῶ αὐτό μέ τό ὁποῖο λειτούργησε ὁ π. Καλλίστρατος ἦταν πικρό καί πρασινωπό. Τότε ρώτησα τό Γέροντα π. Ἰωαννίκιο:
—Γέροντα, γιατί ὅταν λειτουργῆ ὁ π. Καλλίστρατος τό πρόσφορό του εἶναι μουχλιασμένο καί πικρό;
—Μά, παιδί μου, διότι λειτουργεῖ μέ ἀμφιβολία. Δηλαδή ἀμφιβάλλει ἄν κατέρχεται τό Ἅγ. Πνεῦμα στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ πού ἀκολουθῆ τό Νέο Ἡμερολόγιο. Μετέβη πρό καιροῦ σέ μιά ἐρημίτισσα τοῦ δάσους καί αὐτή τοῦ εἶπε ὅτι τό Ἅγ. Πνεῦμα δέν κατέρχεται στή Θ. Λειτουργία ἐξ αἰτίας τοῦ Νέου Ἡμερολογίου. Τοῦ εἶπα ὅτι πλανήθηκε, διότι δέν πιστεύει ὅτι τό Ἅγ. Πνεῦμα κατέρχεται στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας!
Κάποτε ὁ π. Καλλίστρατος τελοῦσε τή Θ. Λειτουργία καί, ὅταν κάλεσε τό Ἅγ. Πνεῦμα νά κατέλθη, μέ ἔκπληξί του εἶδε ὅτι ὁ Ἀμνός ἔγινε κρέας καί ἔτρεχε τό Ἅγιο Αἷμα ἀπ᾽ τό Δισκάριο καί τό Ἀντιμήνσιο. Ὅταν παρατήρησε μέσα στό Ἅγ. Ποτήριο εἶδε ἀνθρώπινο Αἷμα. Τότε μέ κάλεσε καί μοῦ εἶπε:
—Ἀδελφέ Κων/ντίνε, ἔλα ἐδῶ κοντά! Τί βλέπεις;
—Πώ, πώ, π. Καλλίστρατε! Ἡ Θ. Κοινωνία ἔγινε κρέας καί αἷμα!
Τότε ἔστειλα νά εἰδοποιήσουν γρήγορα τόν Ἡγούμενο. Ὅταν ἦλθε ὁ στάρετς, ἔβαλε μοναχούς νά διαβάζουν τό Ψαλτήριο στό χορό καί εἶπε:
—Αἴ! π. Καλλίστρατε, πιστεύεις τώρα ὅτι ἔρχεται τό Ἅγ. Πνεῦμα καί μεταβάλλει τά Δῶρα ἤ ὄχι;
—Συγχώρησέ με, πάτερ! Κι ἔπεσε στά γόνατά του κλαίγοντας.
—Πρόσεχε!...”.
Αὐτό συνέβη τό 1932. Τόν ἴδιο καιρό ἤμουν μάρτυς κι ἑνός ἄλλου θαυμαστοῦ γεγονότος πού συνέβη στόν καιρό τῆς Θ. Λειτουργίας.
Κάποια φορά, ὅταν λειτουργοῦσε ὁ π. Ἰωαννίκιος, μετά τόν καθαγιασμό τῶν Τιμίων Δώρων, ἔπεσε απ᾽ τό Ἅγ. Ποτήριο μία σταγόνα Αἵματος τοῦ Χριστοῦ πάνω στό Ἅγ. Ἀντιμήνσιο. Ἐκείνη ἡ σταγόνα ἄρχισε νά λάμπη καί μετά νά μεταβάλλεται σέ ἀκτίνα. Τότε ὁ στάρετς Ἰωαννίκιος μέ φώναξε γρήγορα:
—Ἀδελφέ Κων/νε, ἔλα ἐδῶ κοντά!
Κοιτάζοντας ἐγώ, μοῦ εἶπε ὁ στάρετς:
—Τί βλέπεις ἐδῶ στό Ἅγ. Ἀντιμήνσιο;
—Βλέπω μία σταλαγματιά ἀπ᾽ τό Ἅγ. Αἷμα. Ἀκτινοβολεῖ τόσο δυνατά, πού δέν μπορῶ νά τήν ἀντικρύσω ἀπό κοντά!
Τότε ὁ στάρετς μοῦ εἶπε:
—Βλέπεις, Ποιόν ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί ὑπηρετοῦμε; Γι᾽ αὐτό νά στέκεσαι μέ μεγάλο φόβο καί εὐλάβεια μπροστά στήν Ἁγ. Τράπεζα!
Κατόπιν, ὁ στάρετς Ἰωαννίκιος κοινώνησε αὐτή τή σταλαγματιά τοῦ Ἁγ. Αἵματος τοῦ Χριστοῦ»(ΒΣ, 90).
<>
Γέροντας Ἐφραίμ τῆς Ἀριζόνας (+2019): «Πέρισυ ἤμουν στῆς Πορταριᾶς τό μοναστήρι, κι ὅπως εἴμαστε ἔτσι ἐδῶ, ἤμουν μέ τίς μοναχές καί τίς μιλοῦσα. Ἐκεῖ πού τίς μιλοῦσα, χτυπάει τό τηλέφωνο. Τό σηκώνω, ἦταν ἕνα πνευματικό μου παιδί, μιά γυναικούλα ἀπ᾽ τήν Κρήτη. Πολύ ἐνάρετη καί πολύ πιστή. Ἦταν στό Βόλο καί ἐρχόταν. Μετά ἦρθε ἡ μετάθεσι τοῦ ἀνδρός της, κάι πῆγε στήν Κοζάνη. Μέ πῆρε τηλέφωνο καί ἔτσι κάπως ἀνήσυχα μοῦ λέει:
—Γέροντα, θέλω νά σοῦ πῶ τό ἑξῆς, εἶμαι πολύ στεναχωρημένη, οἱ ἁμαρτίες μου εἶναι πού συνέβαλαν νά νοιώσω αὐτά τά πράγματα.
—Τί, παιδί μου, σοῦ συμβαίνει;
—Πατέρα μου, ὅταν ἤμουν στό μοναστήρι κοινώνησα καί ὅπως κοινώνησα ἡ μερίδα τοῦ ἁγίου ἄρτου ἔγινε κρέας στό στόμα μου, καί δέν μποροῦσα νά τό μασήσω. Ὠμό κρέας καί τό κατάπια, καί ἔγινε μιά εὐωδία στό στόμα ἔντονη! Ἦρθα ἐδῶ στήν Κοζάνη καί κοινώνησα στή Μητρόπολι!
—Κοινώνησες μέ τό παλαιό σέ μᾶς, ἔ;
—Κοινώνησα ἐδῶ μέ τό νέο, ἀλλά καί πάλι μοῦ ἔγινε ἡ μερίδα κρέας καί τέτοια εὐωδία πού ἔχει μιά ἑβδομάδα, δέν παίρνω μπουκιά νά τακτοποιηθῶ, γιατί δέν θέλω νά χάσω τήν εὐωδία τῆς Θ. Κοινωνίας πού αἰσθάνομαι. Οἱ ἁμαρτίες μου εἶναι τόσο πολλές καί συμβαίνει αὐτό;
—Ὄχι, παιδί μου, δέν εἶναι αὐτό, ἀλλά ὅτι ὁ Θεός σέ ἀγάπησε καί σοῦ ἔδειξε ἔτσι αὐτό τό μυστήριο, γιά νά πιστέψης ἀκράδαντα, ὅτι ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι πιστεύουμε, ὅτι ὁ ἅγιος ἄρτος καί τό κρασί μας γίνονται μέ τήν εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας καί μέ τίς εὐχές τῆς Ἐκκλησίας, μέ τήν ἐπιφοίτησι τοῦ Ἁγ. Πνεύματος, μεταβάλλονται σέ σάρκα καί αἷμα. Κοινωνᾶμε τό Χριστό μας μέ σάρκα καί αἷμα καί γινόμαστε ἕνα μέ τό Χριστό καί ἁγιάζεται καί ἡ σάρκα καί το πνεῦμα μας.
—Ἄ, ἔτσι ἔχουν τά πράγματα.
—Μάλιστα παιδί μου, ἔτσι ἔχουν τά πράγματα»(ΒΣ, 95).
<>
Ἀναφέρει ὁ π. Ἰωακείμ Σπετσιέρης:
No comments:
Post a Comment